
γύρω απ' το λαιμό σου
εσάρπα φθαρμένη
η βροχή απ' τα χτες...
κρύωσε πάλι ο καιρός...
τρέμεις,
η ψυχή σου υγρή
σαν κατώι κλεισμένο,
παιχνίδια σπασμένα και θυμητικά
γεμάτες οι κούτες,
απουσία φωτός
κι ο ήλιος ξεχασμένη εικόνα
"ανοίξτε τα παράθυρα!"
φωνάζεις βουβά
βλέμμα ικεσίας
φωνή απουσίας
στα μάτια σου νύχτα
φωτάκια μικρά που ανάβουν
φοβάσαι...
την ένδεια της παγωνιάς
μη δουν,
μη φοβηθούν,
μη φύγουν,
αυτοί, που με λάβαρα και πυρσούς ήρθαν,
για να κουρσέψουν την πόλη,
παιχνίδια σπασμένα,
θυμητικά,
μόνο αυτά...
ανασηκώνεις τους ώμους
"δεν υπάρχει κανένας θησαυρός"
λυγμοί που ξαποσταίνουν,
αλαφρώνεις...
απελθέτω απ' Εμού,
ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος,
δικαιολογούν τα ρητά
απο - φθέγματα
από - μακρύνουν τον κίνδυνο
αυτό το "μή" αγκυλώνει
"ήθελα" ψελλίζεις
"αλλά δεν μπορούσα"
σωπαίνεις ξανά,
κι αυτό το "δεν" κοκκαλάκι στα μαλλιά σου φοράς
για το κρύο...
Θέε μου πόσο κρυώνεις...
ερευνάτε τας Γραφάς
έχεις άλλοθι
σηκώνεσαι,
περπατάς,
βήμα βαρύ που τρεκλίζει
εκείνο
κι όχι εσύ...
καθρεφτίζεις μια λύπη
στα σκονισμένα τζάμια ενός περαστικού αυτοκινήτου
"ήθελα"
η όπως ήττα
θ όπως θεός
ε όπως έρωτας
λ όπως λιμάνι
α όπως αγάπη
ακόμα ψάχνεις?
καμιά φορά από μια ήττα
μπορεί να ξεκινήσει μια μεγάλη αγάπη...
"ήθελα"
κι εγώ σου απαντάω
"θέλω"